Παραμονή της επετείου της προεδρικής επανεκλογής του, ο Ντόναλντ Τραμπ αντιμετωπίζει το σοβαρότερο εσωτερικό αγκάθι στη δεύτερη διακυβέρνησή του: το νέο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται στη Νέα Υόρκη. Οπου οι σημερινές εκλογές της για την ανάδειξη νέου δημάρχου έχουν αδιαφιλονίκητο φαβορί. Τον μουσουλμάνο Ζόχραν Μαμντάνι, υποψήφιο με το χρίσμα των Δημοκρατικών. Ενα πρόσωπο που κατά πολλούς αναλυτές θα αποτελέσει διαρκή «πονοκέφαλο» για τον Τραμπ την επόμενη τριετία, καθώς ενδεχομένως θα αναδειχθεί καταλύτης φθοράς της σημερινής παντοδυναμίας του. Κατά άλλους, ωστόσο, ενδέχεται να δώσει στον πρόεδρο την ευκαιρία να επιβεβαιώσει ότι μπορεί να επιβάλλεται πλήρως έναντι οποιουδήποτε αντιπάλου του στο αμερικανικό πολιτικό σκηνικό.
Με ένα πρόγραμμα ριζοσπαστικό -κατά πολλούς ωστόσο από ανεδαφικό έως επικίνδυνο-, ο 34χρονος Μαμντάνι συσπειρώνει τους απογοητευμένους Νεοϋορκέζους ψηφοφόρους, ιδίως νέους, γυναίκες, προερχόμενους από μειονότητες, φτωχότερους, μικροεπαγγελματίες και μισθωτούς χωρίς δική τους ιδιοκτησία. Πολιτικά εκφράζει την αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών, με τον αειθαλή γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς και την 35χρονη βουλευτή Αλεξάντρια Οκάζιο Κορτέζ να τον πλαισιώνουν στις εμφανίσεις του. Το μοντέλο τού «φορολογήστε τους πλούσιους» για την ανακατανομή του πλούτου ηχεί χαϊδευτικά στα αυτιά των εν λόγω ψηφοφόρων. Σε άλλους, όμως, προκαλεί πανικό.

Η ορμή και η προοπτική που θα ανοίξει μια επιτυχία του δεν ανησυχούν μόνο τους Ρεπουμπλικάνους, αλλά και τους μετριοπαθείς Δημοκρατικούς. Παραείναι «σοσιαλιστής» για τα μέτρα τους. Ο επικεφαλής τους στη Γερουσία Τσακ Σούμερ οριακά ανακοίνωσε την υποστήριξή του. Αλλοι, όπως ο Μπιλ Κλίντον, τάχθηκαν υπέρ του επίσης Δημοκρατικού υποψήφιου Αντριου Κουόμο. Ανησυχούν, όπως και οι Ρεπουμπλικάνοι, ότι η εκλογή του Μαμντάνι μπορεί να αποτελέσει θρυαλλίδα ευρύτερων ανατροπών στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα, τις οποίες δεν αντέχουν.
Το ίδιο και η Wall Street. Γράφτηκε -και δεν διαψεύστηκε- ότι ορισμένοι billionaires και επικεφαλής εισηγμένων κολοσσών συγκεντρώθηκαν τον Σεπτέμβριο και αποφάσισαν να συνεισφέρουν 20 εκατ. δολάρια για την εξουδετέρωση της υποψηφιότητας του Μαμντάνι. Παρ’ όλα αυτά, εκείνος προχώρησε ακάθεκτος.
Τα γκάλοπ
Αν ο Μαμντάνι δεν εκλεγεί δήμαρχος, θα πρόκειται για την εντυπωσιακότερη εκλογική ανατροπή όλων των εποχών. Ολες ανεξαιρέτως οι δημοσκοπήσεις, διαχρονικά, τον δείχνουν βέβαιο νικητή. Προηγείται με 10-30 μονάδες του δεύτερου διεκδικητή, του πρώην κυβερνήτη Αντριου Κουόμο. Μακράν τρίτος, ο επίσημος εκλεκτός των Ρεπουμπλικάνων Κέρτις Σλίβα. Υπήρχε και τέταρτος, ο απερχόμενος δήμαρχος Ερικ Ανταμς, υπόδικος για διαφθορά, που αποσύρθηκε υπέρ του Κουόμο καθώς δημοσκοπικά υστερούσε αισθητά.
Μια δημοσκόπηση της τελευταίας εβδομάδας του Πανεπιστημίου του Κουίνιπιακ έδειξε ότι ο Κουόμο μείωσε στις 10 ποσοστιαίες μονάδες τη διαφορά του από τον Μαμντάνι – 34% έναντι 44%. Ομως σε άλλες τρεις, του Πανεπιστημίου Μάριστ, του περιοδικού «Newsweek» και του Κολεγίου Εμερσον, υπολείπεται αντίστοιχα κατά 16, 17 και 25 μονάδες.

Τα exit polls στις κάλπες της πρόωρης ψηφοφορίας -ξεκίνησε 25 Οκτωβρίου- δείχνουν αυξημένη συμμετοχή και ισχυρότατο προβάδισμα του Μαμντάνι. Τον οποίο, σύμφωνα με το Fox News, υποστηρίζει το 78% των πολύ φιλελεύθερων ψηφοφόρων, το 67% των κάτω των 30 ετών και το 62% των γυναικών κάτω των 45 ετών. Το Patriot Polling αναφέρει ότι συγκεντρώνει 62% των αλλοδαπών Νεοϋορκέζων, το 51% των μαύρων και το 52% των ισπανόφωνων ψηφοφόρων. Αλλά το εκπληκτικό είναι ότι, παρά τις σκληρότατες θέσεις του κατά του Ισραήλ, συγκεντρώνει το 38% των Εβραίων ψηφοφόρων έναντι 42% του Κουόμο.
Στα προεκλογικά τηλεοπτικά debates ο Μαμντάνι κατάφερε να βγει αν όχι νικητής -όπως οι περισσότεροι εκτιμούν τουλάχιστον για το πρώτο εξ αυτών-, σίγουρα αλώβητος. Και αυτό για ένα εκλογικό σώμα που δίνει ιδιαίτερη σημασία στα debates έχει τεράστια σημασία. Ψύχραιμος και μεθοδικός απέναντι στην προσπάθεια του Κουόμο να τον παρουσιάσει ως εντελώς άπειρο να ηγηθεί του δήμου, ισχυριζόμενος ότι μόνο εκείνος -παρότι ελεγχόμενος από το 2021 για σεξουαλική παρενόχληση- μπορεί να αποτρέψει την «επέλαση» του Τραμπ στην πόλη.
Κατσιματίδης και Ομογένεια
Οι αλλεπάλληλες επιθέσεις του Τραμπ κατά του Μαμντάνι με χαρακτηρισμούς («κομμουνιστής», «άσχετος» κ.ά.), απειλές ακόμη και ότι θα τον συλλάβει και θα τον απελάσει, μάλλον εδραίωσαν παρά αποδυνάμωσαν την επιρροή του φαβορί. Εξ ου και αυτές σταδιακά αραίωσαν και τελικά εξέλιπαν. Ο Τραμπ δεν πρέπει να χρεωθεί ως δική του ήττα τη νίκη Μαμντάνι. Παράλληλα, οι Ρεπουμπλικάνοι στράφηκαν στην ανοιχτή υποστήριξη του μετριοπαθούς Κουόμο ως αντίπαλου δέους. Κινητήριος νους, ο Ελληνοαμερικανός μεγιστάνας Τζον Κατσιματίδης, επιστήθιος φίλος του Τραμπ, ο οποίος συζητεί καθημερινά μαζί του αποκλειστικά το «θέμα Μαμντάνι». Ο Κατσιματίδης προχώρησε σε επανειλημμένες εκκλήσεις προς τον Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο Σλίβα να αποσυρθεί υπέρ του Κουόμο με μότο: «Να σώσουμε τη Νέα Υόρκη». Χωρίς επιτυχία. Ο ίδιος ήρθε σε μακρά προσωπική σκληρή αντιπαράθεση με τις θέσεις του Μαμντάνι για τα δημοτικά κοινωνικά παντοπωλεία. Προειδοποίησε ότι έτσι θα καταστρέψει την πόλη, ενώ τον χαρακτήρισε «κάστρο της Νέας Υόρκης» και απείλησε ότι αν εκλεγεί, ο ίδιος θα αναγκαστεί να μεταφέρει τη φορολογική έδρα του κολοσσού του, της Red Apple, στο Νιου Τζέρσι ή αλλού.

Υπόψη, ότι η υποψηφιότητα του Μαμντάνι έχει διχάσει την ελληνική ομογένεια. Πέραν του Κατσιματίδη, το σύνολο των επιφανών Ελληνοαμερικανών Ρεπουμπλικάνων της πόλης, με πρώτους τη βουλευτή Νικόλ Μαλλιωτάκη και τον πολιτειακό βουλευτή Μιχάλη Ταννούση, τάσσονται αναφανδόν κατά του Μαμντάνι – σχεδόν όλοι υποστηρίζουν τον Κουόμο, όχι τον Σλίβα.
Στον αντίποδα, οι ομογενείς Νεοϋορκέζοι, από την πλευρά των Δημοκρατικών, με επικεφαλής τον αναπληρωτή πρόεδρο της Πολιτειακής Γερουσίας Μάικλ Γιάνναρη, τάχθηκαν στο πλευρό του Μαμντάνι, αγνοώντας τον Κουόμο. Πιο ουδέτερος, ο επικεφαλής της JP Morgan Τζέιμι Ντίμον, αφού είχε αποκαλέσει παλαιότερα τον Μαμντάνι «μαρξιστή με ανεφάρμοστες ιδέες», πήρε την πρωτοβουλία να επικοινωνήσει μαζί του και να ενημερωθεί για το σύνολο του οικονομικού του προγράμματος, το οποίο βρήκε εντέλει ενδιαφέρον.
Η σημασία της σύγκρουσης
Η πραγματική μάχη της Νέας Υόρκης όμως, εφόσον εκλεγεί ο Μαμντάνι, θα αρχίσει από την Τετάρτη. Μεταξύ του νέου δημάρχου και του Τραμπ. Υπάρχουν πολλά ερωτήματα. Θα συγκρουστούν τελικά; Πού και για πόσο; Ή θα συμβιβαστούν και πώς;
Δεν είναι μόνο οι διαφορές ιδεών και πολιτικών επιλογών μεταξύ τους. Ο Μαμντάνι είναι ο τύπος του ανθρώπου που αποστρέφεται ο Τραμπ. Ο,τι αντιπαθέστερο θα μπορούσε να βρεθεί μπροστά του. Νέος, μουσουλμάνος, γεννημένος σε χώρα της Αφρικής, σοσιαλδημοκράτης, Δημοκρατικός. Απόφοιτος του Χάρβαρντ, όπως και η Ινδή μητέρα του, διδάσκει στο Κολούμπια. Νεοϋορκέζος μεν, όπως και ο Τραμπ, μετανάστης βεβαίως, αλλά από το άσημο και φτωχό Μπρονξ και όχι από το πλούσιο και λαμπερό Μανχάταν όπως εκείνος. Υπέρ των Παλαιστινίων και κατά των δισεκατομμυριούχων. Κατά των μέτρων για την πάταξη της λαθρομετανάστευσης. Πώς να ταιριάξουν τα χνότα τους;
Η μάχη αυτή θα έχει σημασία για όλη την Αμερική. Η πόλη παραμένει κορυφαίος οικονομικός και εμπορικός πυλώνας της χώρας. Φιλοξενεί εκατοντάδες εταιρικούς κολοσσούς – στη Wall Street χτυπάει η καρδιά της αμερικανικής και της παγκόσμιας οικονομίας, ενώ είναι το κέντρο των Μέσων Ενημέρωσης των ΗΠΑ. Με ΑΕΠ άνω των 2,3 τρισ. δολαρίων, μεγαλύτερο του Καναδά, αντιπροσωπεύει το 9% του συνόλου των ΗΠΑ. Με προϋπολογισμό 116 δισ. δολαρίων και 300.000 δημοτικούς υπαλλήλους, η Νέα Υόρκη παραμένει επίσης διαχρονικό σύμβολο δύο παναμερικανικών ιδανικών: του πλουραλισμού και των ευκαιριών. Φιλοξενεί περισσότερους μετανάστες από οποιαδήποτε πόλη στις ΗΠΑ που συμβιώνουν σχετικά αρμονικά.

Ακόμη, κορυφαίος προορισμός για τους νέους πτυχιούχους πανεπιστημίων, που τη βλέπουν ως την περιοχή απ’ όπου ξεκινά η πραγματική ζωή. Από την άλλη, είναι μια πόλη υπό πίεση. Το δημοσιονομικό της μοντέλο καταρρέει. Δεν δημιουργεί πλέον τόσες πολλές θέσεις εργασίας υψηλού επιπέδου. Ορισμένοι από τους πλουσιότερους κατοίκους της φεύγουν. Ταυτόχρονα, η ζωή για τους απλούς Νεοϋορκέζους είναι δύσκολη πια οικονομικά. Με μέσα ενοίκια υπερδιπλάσια του μέσου όρου των 50 μεγαλύτερων αμερικανικών πόλεων, κόστος ημερήσιας φροντίδας για βρέφη και νήπια 26.000 δολάρια ετησίως, προγράμματα πρόνοιας και εκπαίδευσης 72% ακριβότερα συγκριτικά με άλλες μεγαλουπόλεις. Το Citizens Budget Commission υπολογίζει ότι τον επόμενο δήμαρχο περιμένει δημοσιονομικό έλλειμμα 6-8 δισ. δολαρίων, ενώ οι περικοπές σε ομοσπονδιακά προγράμματα, όπως το Medicaid, θα κοστίσουν επιπλέον 10 δισ. ετησίως.
Οι κίνδυνοι
Το πρόγραμμα του Μαμντάνι για μια «βιώσιμη πόλη για τους κατοίκους της» -οικονομικά, κοινωνικά, από πλευράς υποδομών, περιβάλλοντος και παροχών- ακούγεται φιλολαϊκό, αλλά, σύμφωνα τον «Economist» και άλλους αναλυτές, ενέχει σοβαρούς κινδύνους. Ο επικρατέστερος υποψήφιος υποστηρίζει τη δωρεάν φροντίδα των παιδιών, δωρεάν λεωφορεία, κατώτατο μισθό 30 δολαρίων την ώρα και τετραετές πάγωμα ενοικίων για 2 εκατομμύρια κατοίκους. Το χρήμα θα βρεθεί από αυξημένη φορολογία στους πλουσιότερους.
Ο φόβος αφορά τις παρενέργειες. Το κόστος επέκτασης της φροντίδας παιδιών είναι τεράστιο. Πώς θα το επωμιστούν οι πλουσιότεροι και πώς θα αντιδράσουν; Η αύξηση του κατώτατου μισθού τρομάζει τους εργοδότες. Το προσωρινό πάγωμα του ενοικίου για ένα τμήμα των κατοίκων θα επιβαρύνει αναλογικά άλλους. Ο ίδιος, πάντως, ισχυρίζεται ότι οι προτάσεις του είναι εφαρμόσιμες – και μάλιστα έχουν δοκιμαστεί. Σε διάφορες χώρες στην Ευρώπη, στη Λατινική Αμερική και στην Ασία οι αυτοδιοικητικές αρχές χρησιμοποιούν στοχευμένες επιδοτήσεις για να μειώσουν το βάρος της ακρίβειας. Π.χ. στην Ευρώπη, οι επιδοτούμενες κατοικίες για νέα ζευγάρια και ευάλωτες οικογένειες και η δωρεάν υγειονομική περίθαλψη αποτελούν κανόνα. Βερολίνο, Λονδίνο και Βιέννη πρωτοστατούν. Η Βαρκελώνη έχει εφαρμόσει ανώτατα όρια ενοικίων και δημοτική στήριξη στέγασης.
Η εφαρμογή αυτών των ιδεών του Μαμντάνι δεν θα έκανε την Αμερική σοσιαλιστική. Θα αναδείκνυε όμως τη συμβολή της Αυτοδιοίκησης στην κάλυψη βασικών αναγκών, όπως η στέγαση, οι μεταφορές, η εκπαίδευση, όταν η κεντρική κυβέρνηση αδυνατεί. Αλλά το θέμα παραμένει η χρηματοδότηση.
Από την άλλη, ο Τραμπ αντιπροσωπεύει έναν διαφορετικό, αλλά πιο δυσοίωνο κίνδυνο: απειλεί ήδη με διακοπή χρηματοδότησης τον δήμο, των πόρων 18,4 δισ. δολαρίων για τις υποδομές, ενώ πάγωσε τη χρηματοδότηση 16 δισ. της κατασκευής της σιδηροδρομικής σήραγγας Νέας Υόρκης – Νιου Τζέρσι. Στερώντας το 6,4% του προϋπολογισμού του δήμου, οι κοινωνικές υπηρεσίες του θα παραλύσουν. Επίσης, απειλεί με επιθετική ανάπτυξη των αξιωματικών μετανάστευσης (ICE) στη Νέα Υόρκη, όπως σε Σικάγο, Λος Αντζελες κ.α., ανάπτυξη της Εθνοφρουράς κ.λπ. Ολες είναι κινήσεις υψηλού ρίσκου που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν ευρύτερες αναταραχές. Η ατζέντα του Τραμπ είναι μονομερής, ενώ είναι βέβαιο ότι το οργανωμένο δικαστικό σύστημα της Νέας Υόρκης θα επιχειρήσει να την καταστήσει και παράνομη.
«Φρένο»
Οσο σιγουρεύεται για την επικράτησή του, ο Μαμντάνι δείχνει κάποια ελπιδοφόρα σημάδια μετριοπάθειας. Αρχικά συζήτησε με τον πρώην δήμαρχο και δισεκατομμυριούχο Μάικλ Μπλούμπεργκ. Πολιτικοί παρατηρητές εκτίμησαν ότι ήθελε να δείξει πρόθυμος για συνεργασία με στελέχη του πολιτικού και επιχειρηματικού κατεστημένου ώστε να οικοδομήσει έναν ευρύ συνασπισμό συμφωνίας σε μια μίνιμουμ βάση σε θέματα όπως ανάπτυξη, φορολογία και αστυνόμευση. Επίσης, ζήτησε συγγνώμη για σχόλιά του για τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ το 2020 – είχε χαρακτηρίσει την Αστυνομία της Νέας Υόρκης «ρατσιστική και σημαντική απειλή για τη δημόσια ασφάλεια». Στην τελευταία συνέντευξή του, δε, στο NBC News για το πώς θα αντιμετώπιζε μια πιθανή επιδρομή των πρακτόρων της ICE στην πόλη, είπε ότι «θα υπενθύμιζα συνεχώς στους Νεοϋορκέζους τα δικαιώματά τους, να είμαστε περήφανοι για τις πολιτικές μας για τις πόλεις-καταφύγια και να χρησιμοποιούμε τα δικαστήρια. Οι απειλές του Τραμπ δεν είναι νόμος».
Προανήγγειλε επίσης θεσμικό μέτωπο σε συνεργασία με την κυβερνήτρια Κάθλιν Χότσουλ και τη Γενική Εισαγγελέα Λετίσια Τζέιμς. Παράλληλα, δήλωσε ανοιχτός για συνεργασία με τον Τραμπ σε ζητήματα που αφορούν το κόστος ζωής, με μοναδική προϋπόθεση την πραγματική υποστήριξη των Νεοϋορκέζων. Αλλά θα αντιδράσει αν ο πρόεδρος κάνει πράξη τις προαναφερθείσες απειλές του.
Οι πολίτες της Νέας Υόρκης ελπίζουν αυτά να απηχούν μια πιο ρεαλιστική και ειλικρινή προσέγγιση των νέων συνθηκών και από τις δύο πλευρές. Αμφότεροι θα έχουν περισσότερα να χάσουν υποδαυλίζοντας συγκρούσεις απ’ όσα να κερδίσουν. Η ευκαιρία ωστόσο θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδανική για τον Μαμντάνι, καθώς με τόσα σύνθετα προβλήματα που έχει η μεγαλύτερη και πιο νευραλγική πόλη των ΗΠΑ ένας νέος, ευφυής, καινοτόμος (που είναι), αλλά και μετριοπαθής και ευέλικτος (που θα μπορούσε να γίνει) πολιτικός θα μπορούσε να δείξει στην υπόλοιπη Αμερική πώς να απελευθερώσει την οικιστική ανάπτυξη, να περιορίσει τις επαχθείς ρυθμίσεις και να προωθήσει επενδύσεις στις υποδομές, στις μεταφορές και τις τεχνολογίες, ενισχύοντας τα πιο αδύναμα στρώματα. Η ιδανικότερη παρακαταθήκη για να διεκδικήσει ο ίδιος στη συνέχεια κάτι πολύ υψηλότερο.
Φωτογραφία: Getty images / Ideal image
protothema.gr/

