Ο Ευριπίδης, με το δράμα του «Ηρακλής Μαινόμενος» (424 ή 423 π. Χ.), παρουσιάζει αριστουργηματικά δραματοποιημένο τον μύθο της Μανίας του Ηρακλή, κατά τον οποίο ο μέγιστος ήρωας της Ελλάδας τρελαίνεται και σκοτώνει τη γυναίκα και τα παιδιά του.
Στην τραγωδία, η γυναίκα του Ηρακλή, Μεγάρα, τα τρία παιδιά τους και ο γήινος πατέρας τού ήρωα, Αμφιτρύων, αντιμετωπίζουν τον θάνατο από τον σφετεριστή του θρόνου των Θηβών, Λύκο, που επωφελούμενος «στάση και αναταραχή» στην Θήβα σκοτώνει τον νόμιμο βασιλιά της Κρέοντα, πατέρα της Μεγάρας.
Ο Λύκος, θεωρώντας ότι ο Ηρακλής έχει χαθεί οριστικά στον Άδη, όπου έχει κατεβεί για να φέρει τον Κέρβερο στον βασιλιά των Μυκηνών Ευρυσθέα, στον τελευταίο του άθλο, θέλει να αφανίσει όλη τη γενιά του Ηρακλή, ώστε να μην υπάρχει μελλοντικός εκδικητής.
Ο Ηρακλής γυρίζει από τον Άδη, φονεύει τον Λύκο και λυτρώνει την οικογένειά του. Όμως, η Ήρα του επιφυλάσσει την έσχατη και αίσχιστη οδύνη. Με τη δαιμόνισσα της παράνοιας, Λύσσα, τρελαίνει τον Ηρακλή και αυτός σκοτώνει τη γυναίκα και τα παιδιά του, θεωρώντας τους – μέσα στην τρέλα του – εχθρούς του.
Όταν συνέρχεται μαθαίνει το ανοσιούργημά του από τον πατέρα του Αμφιτρύωνα και προσπαθεί να αυτοκτονήσει. Από τον θάνατο τον σώζει ο Θησέας, που τον πείθει να πάει μαζί του στην Αθήνα, όπου εκεί θα τιμάται ως ο μέγιστος ήρωας.
Ο συμβολισμός που κάνει ο Ευριπίδης είναι προφανής. Η λυτρωτική δράση του Ηρακλή, μόλις ολοκληρώνεται θριαμβευτικά, ακολουθείται από το ανοσιούργημα που διαπράττει, ως δέσμιος μιας υπέρτερης βούλησης που τον οδηγεί στα πρόθυρα του δικού του χαμού.
Η πορεία αυτή συμβολίζει την αντίστοιχη πορεία των Αθηνών και της Ελλάδας. Η Αθήνα έφτασε πρώτη στην εγκαθίδρυση του δημοκρατικού πολιτεύματος, παρέχοντας έτσι το θεσμικό πλαίσιο για την ελεύθερη και δημιουργική ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου και της κοινωνίας του. Στην πορεία της όμως, και αφού πρωτοστάτησε στον θρίαμβο του Ελληνισμού επί του ανατολικού δεσποτισμού, διαπράττει το δικό της ανοσιούργημα με την οίηση της εξουσίας και την, λόγω αυτής, εμπλοκή της στον μακρόχρονο πανελλήνιο, εμφύλιο πόλεμο.
Στη δουλεμένη παράσταση που έστησε με προσοχή και σεβασμό στο κείμενο ενός ιδιοσυγκρατικού, αν και κλασικού ποιητή και στοχαστή, ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καραντζάς, περνά το τραγικό, οξύτατο, ακόμη και ωμό και προκλητικό στη φανέρωσή του ως γυμνή αλήθεια, μήνυμα του έργου, μ’ έναν εξαιρετικά λεπτομερή παραστατικό τρόπο, άξιο προσοχής και στοχασμού.
Στη σύγχρονη απόδοση στοχαζόμαστε οι θεατές, πως οι θνητοί, όντως δεόμαστε επικαλούμενοι τη θεία επικουρία, για να σωθούμε από έναν επαπειλούμενο κίνδυνο, από μια δύσκολη κατάσταση ή από μια επικείμενη καταστροφή.
Το αποκορύφωμα της έντασης μιας προσευχής προς τον Θεό είναι όταν τον καλούμε να διώξει την όποια τη συμφορά, αυτός ο αλεξίκακος ελεήμων, να αποτρέψει μια εις βάρος μας αδικία.
Ο Θεός φαίνεται να κωφεύει. Τον κατηγορούμε για αναλγησία και αδικία. Ακριβώς προ του τέλους, το θαύμα γίνεται. Η θεία χείρα επιφαίνεται. Μας γλυτώνει από τον κίνδυνο που περιμέναμε, αλλά ευθύς, μας βυθίζει σε χειρότερο όλεθρο.
Για το κλασσικό ελληνικό βίωμα σε όλες τις σωστές ερωτήσεις υπάρχει απάντηση. Αλλά αυτό το «γιατί» είναι το κεντρικό νόημα αυτής της τραγωδίας.
Στο διότι, βρίσκουμε τον Αλκιβιάδη. Λίγο πριν τη θεαματική επανείσοδό του στη μεγάλη πολιτική σκηνή των Αθηνών, πρέπει να γράφτηκε ο «Ηρακλής Μαινόμενος». Ο Ευριπίδης πίστευε αρχικά στην ιδεολογία και αναγκαιότητα της Αθηναϊκής Ηγεμονίας. Αυτό σήμαινε υποστήριξη του φιλοπόλεμου προγράμματος των γερακιών της Δημοκρατικής Παράταξης, που έβλεπαν την αποκατάσταση καθολικού Αθηναϊκού Imperium, με τη συντριβή της Σπαρτιατικής Συμμαχίας. Το πνεύμα και την πολιτική αυτού του προγράμματος ενσάρκωνε και δυναμικά εφάρμοζε μετά το 421 π.Χ. ο Αλκιβιάδης.
Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει δραματικά. Από τη Μεγάλη Ευκαιρία και Ευφορία στη Μεγάλη Καταστροφή και Απογοήτευση. Ο Αλκιβιάδης από εκεί που θα βοηθούσε και θα ανέβαζε στα ύψη τους δικούς του, προκαλεί ανεπανόρθωτη ζημιά σε αυτούς, συνεργαζόμενος με τους εχθρούς τους. Σαν τον Ηρακλή στην τραγωδία. Η μεγαλόφρων φύση του Αλκιβιάδη βλάπτει τώρα τους οικείους του – και αυτόν τον ίδιο. Είναι μια ιστορική και πολιτική τραγωδία. Ο Ηρακλής της τραγωδίας, λοιπόν, είναι ο κραταιός Αλκιβιάδης της Ιστορίας.
Στην υπόθεση, τον μεγάλο Δωριέα Ήρωα την ώρα της μέγιστης πτώσης του, τον περιθάλπει, τον παρηγορεί, τον επικουρεί, τον προστατεύει, ο Θησέας. Του παρέχει ασφαλές καταφύγιο στην Αθήνα, παρά το θρησκευτικό ταμπού που τον περιβάλλει από το μίασμα του αίματος που έχυσε. Το πολιτικό μήνυμα είναι σαφές. Ο Αθηναϊκός λαός πρέπει να υποδεχτεί τον Αλκιβιάδη παρά τη βλάβη που προκάλεσε στην Αθήνα με την προσχώρησή του στην πλευρά της Σπάρτης.
Τη βαριά ατμόσφαιρα της ιστορικής συγκυρίας εκφράζει επιγραμματικά ο Ευριπίδης με τους τελευταίους στίχους του δράματος, όταν ο Ηρακλής ακολουθεί τον Θησέα στην Αθήνα για να ανανήψει από τη συμφορά που τον βρήκε, το κακό που έδρασε και έπαθε.
Ψάλλει ο Χορός των Θηβαίων : «φεύγουμε οικτροί και πολύκλαυτοι, έχοντας χάσει τον σπουδαιότερο φίλο μας».
Έχασαν τον Ηρακλή, που τους αποχωρίζεται, όπως οι Αθηναίοι έχασαν τον Αλκιβιάδη. Έτσι τελειώνει η τραγωδία. Ο Ευριπίδης μίλησε. Και η Ιστορία τον δικαίωσε.
Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά είναι εμπνευσμένη και σύγχρονη. Περιλαμβάνει πολλούς αναπαραστατικούς συμβολισμούς, τονίζει την κορυφαία ποίηση του κειμένου και «παίζει» πολύ με τις αντιθέσεις, όπως αυτές του φωτός και του σκότους, του ανθρώπινου και του υπερφυσικού, της λογικής και της τρέλας, της πολιτικής και της ηθικής.
Η σημαντικότερη κατάθεση του «Ηρακλή», στη δουλεμένη παράσταση του Δημήτρη Καραντζά, είναι η παρουσία, η διδασκαλία, η μαρτυρία του Χορού.
Με το ένα μισό βυθισμένο στη νατουραλιστική δήλωση των γηρατειών και με το άλλο στην ένταση της νεότητας, ο Χορός ( κίνηση Τάσος Καραχάλιος) αποτελεί μια υπερ-σύνθεση ατομικοτήτων, παρά μια χορογραφημένη ομάδα. Σαν κάθε παρέα, είναι ρευστός κι άστατος. Σαν δραματουργική κλεψύδρα, ο Χορός ορίζει τις στιγμές με την πείρα της ηλικίας και τον παλμό της νεότητας, ενώ σαν κοινωνικός μηχανισμός επιτελεί τη λειτουργία μεταφοράς υλικού της γνώσης, από τον έναν πόλο του δυναμικού του, στον άλλο.
Ανάμεσα στα σκηνικά του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη, τα μέλη του Χορού αναλαμβάνουν την εξιστόρηση των άθλων, με την εκφραστική μουσική του Φώτη Σιώτα ( εξέχουσας παρουσία στη σκηνή) και τη φωτιστική ρυθμολογία του Δημήτρη Κασιμάτη. Βλέπουμε έναν ολιγομελή μεν, δυνατό δε Χορό, με αυτοπεποίθηση και γενναιότητα, με χιούμορ και περίσσια χάρη. Κάποια στιγμή φτάνουν να αυτοϊστορούνται, σπάνε τη φόρμα του χορικού και αυτοσχεδιάζουν από μια εσωτερική ανάγκη. Εξαιρετικοί οι : Γκαλ Ρομπίσα, Μπάμπης Γαλιατσάτος, Θανάσης Ραφτόπουλος, Αντώνης Αντωνόπουλος.
Η μετάφραση της Μαίρης Γιόση, με καλλιτεχνικό αίσθημα, διατηρεί τη φυσιογνωμία του λόγου του Ευριπίδη, επειδή κρατείται η ατμόσφαιρα, η κορεσμένη από φόβο και συμφορά, εφόσον ο διάλογος, κοφτός, γοργός, αστραφτερός, συμπυκνώνει το δράμα και προσφέρει στους θεατές μια έκσταση δέους, ένα «στοίχειωμα» που σιγάει στο τέλος της παράστασης.
Το εξαιρετικό, ατμοσφαιρικό σκηνικό του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη και τα πένθιμης, αλλά σύγχρονης αισθητικής κοστούμια της Ιωάννης Τσάμη, μου δίνουν ευκαιρία να πω ότι στο θέατρο οι ανατροπές του 19ου αιώνα τέθηκαν υπό αμφισβήτηση από τους καλλιτέχνες της πρωτοπορίας. Λόγω του επαναπροσδιορισμού της θεατρικής ιδεολογίας και της αναζήτησης μιας νέας ταυτότητας, ασκήθηκε κριτική στην ακαδημαϊκή παράδοση και το ρεαλιστικό θέατρο. Τα κινήματα της πρωτοπορίας στόχευσαν σε μια υποκειμενική ερμηνεία του θεάτρου και του Χορού, καταλήγοντας στην απομυθοποίηση ακόμα και στην άρνηση.
Ο σκηνικός χώρος, ξέρουμε ότι ήταν μια πολιτιστική σύμβαση που συγκέντρωνε τις εικαστικές τέχνες και κωδικοποιούσε κοινωνικές δομές και ιδέες, δημιουργώντας αισθητικές ανατροπές στο θέατρο του 20ού αιώνα. Με την κατάργηση των ορίων μεταξύ των τεχνών, προσεγγίστηκαν νέες πρακτικές που ανήκουν πια στο θέατρο του 21ου αιώνα.
Η σκηνική παρουσίαση, λοιπόν, στράφηκε στις οπτικές εντυπώσεις, που βασίζονται στους όγκους, στις φόρμες και στα χρώματα, με σχεδόν συμβολική λειτουργία. Κοινή ιδέα όλων των κινημάτων της πρωτοπορίας είναι η χρήση του χώρου ως εκφραστικού μέσου, η υπογράμμιση της κίνησης του σώματος για τη διαμόρφωση της κατάλληλης ατμόσφαιρας και η ενεργή συμμετοχή τού θεατή.
Ακόμη, ο σκηνικός χώρος έγινε η βάση της άρθρωσης της θεατρικής γλώσσας, με τα κοστούμια να γίνονται το κυριότερο στοιχείο της θεατρικής δράσης και της υποβολής του φανταστικού. Ό,τι ακριβώς συμβαίνει στην παράσταση του Δημήτρη Καραντζά.
Η μουσική του Φώτη Σιώτα παίζει ρόλο καθοριστικό, γιατί:
Φέρνει στην εποχή μας το διαχρονικό έργο. Αποδίδει τους χαρακτήρες και τα συναισθήματα. Επενδύει και συνοδεύει τον λόγο και την κίνηση. Δημιουργεί κατάλληλη ατμόσφαιρα, τονίζοντας την εξέλιξη της δράσης. Συνδέει τις σκηνές. Προετοιμάζει την είσοδο και ορίζει το φινάλε.
Έπαινος, λοιπόν, στον μουσικό, όπως και στους φωτισμούς του Δημήτρη Κασιμάτη, που χαρίζουν ευδόκιμη ατμόσφαιρα στην παράσταση και μια αξιομνημόνευτη θεατρική εμπειρία στο κοινό.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών μεγεθύνουν την ψυχική ευφορία των θεατών, τους κρατούν δέσμιους στη δράση έως στο φινάλε, όπου αποθεώνονται όλοι οι υποκριτές με επαναλαμβανόμενα χειροκροτήματα.
Ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης υποδύεται τον Ηρακλή, με το πάθος που απαιτεί ο δύσκολος ρόλος και με όλες τις μεταπτώσεις του, προσδίδοντάς του δραματική αλήθεια. Έκπληξη η ιδιαίτερη σκηνική του παρουσία, η στιβαρότητα ενός σκληρού αρσενικού και οι αλλαγές του, όπως επιτάσσει ο ρόλος. Τρυφερός σαν πατέρας, σαν γιος και σαν σύζυγος. Βίαιος και παράφρων σαν εκδικητής. Θυελλώδης και ακράτητος σαν τρελός, σπαραχτικός και παθητικότατος σαν ανερχόμενος από τη μανία του παιδοκτόνος, ένας εκπαιδευμένος ηθοποιός που χρησιμοποιεί όλη την γκάμα των εκφραστικών του μέσων.
Μοιρολόι και δράμα από τους μελλοθάνατους, αλλά και κυνισμός της εξουσίας από την άλλη, από έναν Λύκο (Αινεία Τσαμάτη) που, πραγματικά, με τη ρητορική του και το ύφος του θυμίζει τους πιο κυνικούς βασιλείς και δικτάτορες της ιστορίας.
Η σκηνοθεσία δίνει προσοχή στον ρόλο. Ηθική, ανθρωπιστικές αξίες, θεϊκοί νόμοι δεν έχουν καμία ισχύ για τον Λύκο. Η μόνη ισχύς είναι αυτή της εξουσίας του.
Η Στεφανία Γουλιώτη, ως Μεγάρα, έχει ευγένεια και θέρμη. Ερμηνεύει χωρίς κανένα χάσμα, με άνεση και ακρίβεια, με γνήσιο τραγικό ύφος όλη την κλίμακα των αισθημάτων της ηρωίδας: τη μητρική τρυφεράδα της, το ψυχικό αποκάμωμά της, το βαρύ πένθος της, τη μαύρη απελπισία της.
Έπαινος και στον έμπειρο Γιώργο Γάλλο, που είναι ένας γήινος πατέρας Αμφιτρύων, ένας αγωνιστής που επιθυμεί να παλέψει για να σώσει οικογένεια και τιμή, που σπαράζει για το χαμό των εγγονών και της νύφης του αλλά συγχωράει στο τέλος τον μονάκριβο γιο του.
Η ΄Άννα Καλαϊτζίδου είναι μια διστακτική μεν, υπάκουη δε Λύσσα. Ο Ευριπίδης δεν μπορεί να αποδεχτεί την αμεροληψία στη θεϊκή δικαιοσύνη. Την κριτική αυτή εκφράζουν στην παράσταση και η Λύσσα και η Ίρις (Ηρώ Μπέζου).
Ο Νίκος Μήλιας υποδύεται τον Θησέα, έναν γνήσιο Αθηναϊκό ανθρωπιστή και φωτισμένο ήρωα, που, όμως, δεν είναι εκφραστής της Αθηναϊκής μεγαλοψυχίας, με την έννοια που τον συναντάμε στις «Ικέτιδες» και στους «Ηρακλείδες» του Ευριπίδη. Εδώ εμφανίζεται, κυρίως, ως συμπαραστάτης και βοηθός στα δεινά του φίλου του, ανταποδίδοντας την οφειλόμενη χάρη.
Όλος ο θίασος άξιος επαίνων.
Δείτε την παράσταση, όπου τη συναντήσετε.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Μετάφραση: Μαίρη Γιόση
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς
Δραματουργική επεξεργασία: Αντώνης Αντωνόπουλος, Δημήτρης Καραντζάς
Μουσική: Φώτης Σιώτας
Σκηνικό: Κωνσταντίνος Σκουρλέτης
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Κίνηση: Τάσος Καραχάλιος
Φωτισμοί: Δημήτρης Κασιμάτης
Artwork, Φωτογραφίες & Video: Γκέλυ Καλαμπάκα
Βοηθός σκηνοθέτη: Παναγιώτης Γκιζώτης
Επικοινωνία & Δημόσιες Σχέσεις: Όλγα Παυλάτου
Social Media: Renegade Media
Οργάνωση Παραγωγής: Κατερίνα Λιάτσου
Παραγωγή: Θεατρικές Επιχειρήσεις Τάγαρη & ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κρήτης
ΔΙΑΝΟΜΗ
Πυγμαλίων Δαδακαρίδης – Ηρακλής
Γιώργος Γάλλος – Αμφιτρύων
Στεφανία Γουλιώτη – Μεγάρα
Ηρώ Μπέζου – Ίρις
Άννα Καλαϊτζίδου – Λύσσα
Αινείας Τσαμάτης – Λύκος
Νίκος Μήλιας – Θησέας
Φώτης Σιώτας / Δημήτρης Χατζηζήσης – Χορός | Live Μουσική
Γιάννης Κλίνης – Χορός
Γκαλ Ρομπίσα – Χορός
Μπάμπης Γαλιατσάτος – Χορός
Θανάσης Ραφτόπουλος – Χορός
Αντώνης Αντωνόπουλος – Χορός
ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΟΔΕΙΑΣ
ΙΟΥΛΙΟΣ
Παρ 5 & Σάβ 6 – Παπάγου
Τρίτη 9 – Ιωάννινα
Τετάρτη 10 – Λάρισα
Πέμπτη 11 – Σέρρες
Παρασκευή 12 – Αλεξανδρούπολη
Κυρ 14, Δευ 15 & Τρί 16 – Θεσ/νίκη
Τετάρτη 17 – Φίλιπποι
Πέμπτη 18 – Κιλκίς
Σάββατο 20 – Μουδανιά
Κυριακή 21 – Δίον
Δευτέρα 22– Κοζάνη
Τρίτη 23 – Βόλος
Τετάρτη 24 – Δελφοί
Πέμπτη 25 – Πετρούπολη
Κυριακή 28 – Οινιάδες
Δευτέρα 29 & Τρίτη 30 – Πάτρα
Τετάρτη 31 – Ήλιδα
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ
Πέμπτη 1 Αίγιο
Δευτέρα 5 – Ρέθυμνο
Τρίτη 6– Χανιά
Τετάρτη 7 & Πέμπτη 8 – Ηράκλειο
Τρίτη 20– Χιλιομόδι
Τετάρτη 21 – Σαλαμίνα
Πέμπτη 22– Λαύριο
Παρασκευή 23 – Σπάρτη
Σάββατο 24– Καλαμάτα
Κυριακή 25 – Φλόκα
Τρίτη 27– Νέα Μάκρη
Τετάρτη 28- Βεάκειο Πειραιά
Πέμπτη 29 – Βριλήσσια
Παρασκευή 30 – Κατράκειο Νίκαιας
Σάβ 31– Ηλιούπολη
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ
Κυρ 1 – Ηρώδειο
Τρίτη 3– Χαλκίδα
Τετ 4 & Πέμ 5 – Θέατρο Βράχων
Σάββατο 7 – Αιγάλεω
Κυριακή 8- Θήβα
Δευτέρα 9- Παπάγου
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ