Αίτηση για άσκηση αναίρεσης της πρωτόδικης απόφασης βάσει της οποίας αθωώθηκαν κατά πλειοψηφία οι δύο κατηγορούμενοι για τη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβαζ, κατέθεσαν στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου οι δικηγόροι της μητέρας και της αδελφής του, Ρόη Παυλέα και Σπύρος Χαριτάτος.
Οι συνήγοροι της οικογένειας του δολοφονηθέντος δημοσιογράφου επισκέφθηκαν σήμερα την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Γεωργία Αδειλίνη, και, όπως τόνισαν, σε δηλώσεις τους, εξερχόμενοι του δικαστικού μεγάρου, η ανώτατη εισαγγελική λειτουργός τούς ενημέρωσε πως ήδη έχει παρέμβει αυτεπάγγελτα και έχει αναθέσει σε αντεισαγγελέα του Ανωτάτου Δικαστήριου να μελετήσει το ενδεχόμενο άσκησης αναίρεσης στην πρωτόδικη αθωωτική απόφαση.
Στην αίτησή τους οι δικηγόροι της μητέρας και της αδελφής του δημοσιογράφου τονίζουν πως η απόφαση του ΜΟΔ «πάσχει από απόλυτη ακυρότητα και παραβίαση της δημοσιότητας της δίκης, διότι, όπως διαπίστωσε και η εισαγγελέας της έδρας κι έχει καταγραφεί στα πρακτικά, το αναγνωστέο σχετικό 33 που βρισκόταν σε cd έχει καταστραφεί.
Πλην όμως το δικαστήριο θεώρησε, εσφαλμένα, ότι αν και καταστραμμένο μπορεί να θεωρηθεί ως αναγνωσμένο. Ως εκ τούτου, παραβιάστηκε η δημοσιότητα της διαδικασίας κατ’ άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ά και Γ´ του Κ. Ποιν.Δ και αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της κατά το άρθρο 171 παρ.1 περ. δ. του Κ.Ποιν.Δ. απόλυτης ακυρότητας κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο και της παραβιάσεως της δημοσιότητας της διαδικασίας».
Επίσης, τονίζουν πως η πρωτόδικη απόφαση πάσχει από «έλλειψη ειδικής αιτιολογίας που επιβάλλει το Σύνταγμα», προσθέτοντας πως «η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ. ειδική κι εμπεριστατωμένη αιτιολογία της απόφασης, εντείνεται όχι μόνο στην κρίση για την ένοχη ή την αθωότητα αλλά περιλαμβάνει και την αναφορά των αποδεικτικών μέσων, από τα οποία το δικαστήριο οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση…».
Οι δικηγόροι της μητέρας και της αδελφής τονίζουν, επίσης, στην αίτησή τους, πως «ληφθήκαν υπόψη καταφανώς ψευδείς καταθέσεις, ενώ η μείζονος αξίας ένορκη κατάθεση του αστυνομικού υπαλλήλου Λάμπρου Κολοβού, ο οποίος διαδραμάτισε ρυθμιστικό ρόλο στη διερεύνηση της ανθρωποκτονίας, ουδαμού στο αιτιολογικό της απόρριψης μνημονεύεται».
Στην αίτηση τονίζεται επίσης «πως ο άνω μάρτυρας κατέθεσε με τρόπο αδιάστικτο, συνεκτιμώντας και αναφερόμενος στους λοιπούς αστυνομικούς μάρτυρες και αναλύοντας το βιντεοληπτικό υλικό».
naftemporiki.gr